Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Και ύστερα βροντήξανε , τα σίδερα κι αρχίσαν , τύμπανα , σφαίρες και φωτιές κι οι ασκομαντούρες φρίξαν .Και φούντωσαν τα πέλαγα , ‘ πο λέξεις που δεν ειπαν , χείλη απού σφαλίστηκαν απ’ της οργής το συμπαν.Σκοτώθηκαν οι έρωντες και γίναν τα φτερά τους , στολίδι σ ‘ αρματα του νού , πελάγων , τα νερά τους . Σαν ηρθ’ η ώρα να διαβείς το σπήλι των ανέμων , βγάζεις φωνή , την γδύνεσαι , γδυτος εγίνεις δαίμων.Με φώτα , λόγια και χλιδές και ψέματα μεγάλα , θελεις να ‘ ρθω , μα δε χαλώ , βήματα πλέον άλλα.Γιατί ψηλά τα πέταξα κι ακούω , πεφτουν χάμε , λογια φτηνά απ’ είπες μου , σκιά μου , τώρα, άμε.
Στη νύχτα  δε ταιριάζουνε γιορτές και πανηγύρια , μόνο σκιές αμοναχές , της σιωπής γεφύρια.
Ξαθέρι εσυ των αστεριών της σιωπής το ταίρι , ποσες φορές μ ‘ ανταμωσες μονο η νυχτιά το ξέρει .
Μαχαίρι ο θυμός καρφώθηκε στου λογισμού τα σπλάχνα κι είναι το χάδι της ψυχής τραγούδι δίχως άχνα.

Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Αναζητώ τους ασκιανούς μέσα σ’ ερήμου δρόμους , ξαθέρι της αθιβολιάς κρατεί ‘ με απ’ τους ώμους.
Το αυριο δεν έρχεται , το χτες έχει περάσει κι είναι το τώρα πάντα εδώ , νυχτιές να σε κεράσει.
Κεντώ στιγμές μ’ αθιβολιές και με χορδές τα’ απείρου , νυχτιάς κι  αυγής αντάμωμα στην άκρη του ονείρου.
Δεντρί δεν βρίσκει η ψυχή σ’ έρημο σα θα φτάσει , στον εδικό της ασκιανό μόνο θα ξαποστάσει.
Οι χρόνοι κρύφτηκαν βαθιά σ ‘ ένα παλιό πλατάνι , σκάλισαν πόνους , σηκωμούς , αθιβολιάς βοτάνι.
Καιροί , τεχνίτες τ ‘ ουρανού , ταξιδευτές των πόνων , μεσ’ από χιλια χρώματα , μαύρο φοράτε μόνον.

Σάββατο 25 Μαΐου 2013

Θάλασσα της ανατολής , ζηλεύω τους αφρούς σου , οντε θυμώνεις και χτυπάς στα βράχια του καημού σου.
Φως μου και πως εχάθηκες στου πέλαγου τσ’ αγκάλες και ματωβάφεις λογισμούς μ ‘ αθιβολιάς ψιχάλες.
Ειν ‘ σε μιαν άκρη ο μισεμός κι ο γυρισμός στην άλλη , τάζεις μου , Κίρκη , πέλαγα , στης λήθης την αγκάλη.

Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

Φώς που υφαίνεις τις ευχές , στο εδικό σου υφάδι , θα ‘ θελα νήμα να γινώ , πόνου κρυφού το χάδι.

Ξύλινος χρόνος κελα’ι’δεί τσ ‘ ιριδισμούς του νου μου κι ειν ‘ μακρινή η ανάσα του στους τόπους τ ‘ ουρανού μου.

Δευτέρα 20 Μαΐου 2013

Ειν’ καταράκτης ‘ πο φωτιές , ψυχές , μακρά μου μάτια , που ξετυλίγουν τις σιωπές , ανάσες  αγρια άτια.
Θύμισες απ ‘ τα πέλαγα στα κάστρα τ ‘ αστεριώ σου , νυχτιά θα στείλω , να ‘ ναι αυτές , το χάδι στο λυγμό σου.
Μη μου μιλησεις κεραυνε γιατι ‘ μαι θυμωμένη και σπάω αμέσως τις σκιές δίχως να ‘δω ηντα μένει.
Γροθιά κάνω τη σκέψη μου σαφή και τη χτυπάω , πανω στων πόθων τα δέσμα κάθε νυχτια που σπάω.

Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Λάμα θα βάλω στη φωτιά που καίει στο μυαλό μου , να σημαδέψω μονομιάς το πιο σκληρό ασκιανό μου.
Αγριο άτι η καρδιά και δε θα τη κρατήσεις , βγάζει φωτιές και δε λογά  όνειρα κι αναμνήσεις.
Φύγε μακριά μου ασκιανέ γιατι θα σε φωτίσω και θα χαθείς και θα σβυστείς και θα σε λησμονήσω

Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Πάρε μου την ανάσα μου καημέ μου και λυγμέ μου , εις τους γκρεμούς τ ‘ αυγερινού πέταγμα χαρισε μου .
Αν έχει άκρη ο ουρανός κι ανάσα του τελειώσει θανε χαθεί ότι για ‘σε , καρδιά μου έχω νιώσει.

Τρίτη 14 Μαΐου 2013

Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Καμμιά φορά είσαι αδερφός με ήλιους που δεν ξέρεις και διώχνουνε τους ασκιανούς , χρόνε απού θα φέρεις.
Ησουν μαζί μου οντε ‘ γω διψούσα στις αβύσσους και μου ‘ λεγες να νταγιαντώ , θεριά , ισος προς ισους .
Δεν το ξεχνώ το χάδι σου απλόχερα που δίνεις και για τον πόνο που ‘ χω ‘ γω τον εδικό σου αφήνεις.
Δεν κοίταξες ποτέ εσύ αν ήταν νύχτα ή μέρα , ήσουν εκεί οντε δακρυζα κρατώντας μου τη χέρα.
Στείλε το χάδι σου ουρανέ σε ‘ κείνον που λυγάει , μα πόνο δικό του σα πονώ , σαφή τον λησμονάει.

Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Νύχτα που βγαίνεις βιαστική στου στεναγμού τη δύση , ειν ‘ η δική μου σιωπή , λύκου πριν κυνηγήσει .
Θωρρείς καρδιά τους γυρισμούς , τους μισεμούς , τα λάθη , τα όρη δεν λυγίζουνε εις των καιρών τα πάθη.
Κατώφλι ειν ‘ το γέλιο σου και ξάπλωσα επάνω , ζεστή βροχή το γέννησε , ονειρο που δε χάνω.
( κατώφλι : σκαλάκι μπροστά από πόρτα )      
Ανθέ μου και γαρδένια μου , ρόδο και γιασεμί μου , είσαι τα’ αυγής η μυρωδιά , της νύχτας θύμηση μου.
Κάθε απού χα’ι’δεύεις μου , τσ’ ανθούς στα ονειρά μου , αέρι -  κλέφτη τ’ ουρανού , χάνω τη καταχνιά μου.
Διαφανομυρωμένη μου αυγή που ταξιδεύεις , θα ξεκινάς αιώνια , τέλος δε θα γυρεύεις.
Τραγουδιστή ομίχλη μου , πάχνη του μισεμού μου , είσαι τσ’ αυγής δροσοσταλιά στα φύλλα του λυγμού μου.
Χίλια καλωσορίσατε , αστρη του λογισμού μου , τ’ ονείρου ανεράιδες , αύρες του γυρισμού μου .
( αύρες : ελαφριοί άνεμοι , αλλά και θετική ενέργεια που δηλωνει η παρουσία.)

Παρασκευή 10 Μαΐου 2013

Παλεύει η νύχτα με το νού στων ασκιανών τ’ αλώνι και τ’ άρματα της σιωπής βγάζει και δυναμώνει.


Κραυγή πελάγου γέμισε των αστεριών τη βούργια κι ως τη γροικούν τα όνειρα , στράτα βρισκουν καινούργια.
Του άνεμου τη δύναμη που την αυγή γεννιέται , εχει τ’ ονείρου μαχητής που μ’ ασκιανούς χτυπιέται.
Σαν βρισκεσαι σ’ ένα βυθό στης άβυσσου τους δρόμους , γίνε δελφίνι απού βαστεί των ναυαγών τους ώμους.
Κι αν κάποια μέρα , μιαν αυγή η ευχή σου γίνει  αγρίμι , αστη στο φως κι ας πληγωθεί στ’ όνειρου το συντρίμι.

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

Ζήλεψες Αδη της Αυγής τη λάμψη και το γέλιο και της εστέλνεις σκοτεινιά , του κόσμου σου θεμέλιο.
Λόγια πολλά να μη μου λες , δεν εχουν σημασία , το αν θα στέκεις πλάι μου αυτό ‘ χει την αξία.
Απανεμιές των πόνων σου , το άγγιγμα , το χάδι , που δε φοβάται λογισμούς που στέλνει το σκοτάδι .
Πολλά τα έτη  σιωπή , λέγω σου κι ευχομαι σου , απού μου κάνεις συντροφιά , καλείς ‘με  κι ερχομαι σου.
Δε θα σ ‘αφήσω άνεμε το στεναγμό να λούσεις , γιατί ταχιά τον διαλαλείς τον πόνο που θ ‘ ακούσεις.
Κόσμε κρυφέ του λογισμού και πεθυμιά του νου μου , δεν ταίριαξες ποτέ χαρά στα ζάλα του καιρού μου.
Δεν σε σιμώνω ξαστεριά μα προτειμώ τα νέφη , φευγω μαζί τους στ ‘ ανοιχτά κι η θύελα μου γνέφει.
Θύελας συνονόματη και σόκαιρη του πόνου , είμαι και δε θα φοβηθώ το τέλειωμα του χρόνου.
Μαζί σου , μπ΄΄ορα , ξενυχτώ και ταχινή πορίζω και με τις χίλιες στάλες σου τα ‘ όνειρα καθαρίζω.

Ματωσες ρόδο της αυγής , μα ηταν ‘ πο γαλήνη , γιατι το φως σου χα’ι’δεψε παλιά πληγή που κλείνει .
Για μια στιγμή  μ’ αρνήθηκες ως λύκος τα παιδιά του , που τα ‘ γαπά μια διωχνει τα , μη ζούν εις τη σκιά του .
Σύνεφο γιάντα κουβελάς το ΄δακρυ τα ‘ ουρανού σου , που σε πονεί μα το φυλάς , ακρίτας του λυγμού σου .
Σκοτάδι μου και πως μπορείς στο φως να δραπετεύεις και πως γεννάς τους ασκιανούς και τις ψυχές πλανεύεις.
Τα όρη σε μαλώνουνε κάθε αυγή και δείλι , αγάπη , γιάντα αητους κάνεις να ζούν σε σπήλι.
Οντ ‘ ανταμώσουν τα ‘ αστρη σου , νύχτα μου , τα’ όνειρά μου , πες τους να μη γινούν ευχές και σβύσουν στη ματιά μου.
Εγω γροικώ που τργουδούν , τα όρη , τα χαράκια , για να χορευουν λεύτερα τα’ αγάπης τα ‘ αγριμάκια.
Την ταχινή επόρησα γροικόντας τη βροντη σου , μα κεραυνέ , δε σκιάζομαι , θα ‘ ρθώ εις τη γιορτή σου.

Τρίτη 7 Μαΐου 2013

…Ακουσε με αυγή , λεει το όνειρο . Μακρόσυρτο γκοσπελ , οδηγεί σε εκσταση το δάκρυ του ορίζοντα . Ηδονικό ξέσπασμα του ουρανού , τα αραχνο’υ’φαντα σύνεφα , της πίστης , της εκπλήρωσης. Εφιπποι αστερισμοί καλπάζουν μέσα στον καπνό του τσιγάρου του σύμπαντος , την ομίχλη των συναισθημάτων του ταξιδευτή . Πέρασαν χρόνοι και καιροί , μα το παραμύθι των δράκων γράφεται ακόμα. Σε κάθε χαμόγελο , σε κάθε αγγιγμα , σε κα΄θε χάδι . Ξεσπά η καρδιά που απελευθερώνεται στο καλπασμα των αστερισμών και τέχει μαζί τους . Δεν υπάρχει τέλος , δεν υπάρχει αρχή . Μόνο παντοτινη ύπαρξη . Μόνο άπειρη ύπαρξη . Μια υπαρξη που συνέχεια γεννιέται και συνέχεια πεθαίνει . Συμβατικά όμως . Ουσιαστικά η ύπαρξη είναι η μνήμη του σύμπαντος που δεν χάνεται ποτέ. Η ζωή είναι η θύμηση αυτού που πάντα υπήρχε . Το σύμπαν θυμάται , γι ‘ αυτό είναι αληθινό. Επειδή σε αυτό δεν υπάρχει λήθη. Όλα είναι σημαντικά . Φτάνει να μην ξεχάσεις να θυμηθεις ταξιδευτή . Να θυμηθείς τον γνωστό – άγνωστο δρόμο , που ανοίγουν τα βήματα σου.
…Το φως δεν περιμενει . Το σκοτάδι δεν περιμένει . Το ταξίδι δεν περιμένει . Μην  περιμένεις και ‘ συ , ταξιδευτή του ονείρου.

Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

…Οι ζωές των ποιητών μοιάζουν όμοιες , στον καθρέφτη ενός κόσμου που βαλτώνει στο βόλεμα του. Γιατί αυτός ο καθρέφτης θέλει να τις βλέπει όμοιες . Αλλά οι σκιές και οι ιριδισμοί του φωτός είναι εκεί , στο αντάμωμά τους και αναιρούν την εικόνα .  Επαναστατούν και χορεύουν έναν ξέφρενο χορό πάνω σε σπίθες μιάς φωτιάς που είναι το αίμα της αυγής , που είναι το αίμα του δειλινού , που είναι τα χίλια χρώματα μαζί που φτιάχνουν το μαύρο της νύχτας.Ο χορός ειναι εκεί και δεν αφήνει τον καθρέφτη σε ησυχία. Μικρά νωχελικά απογεύματα οι χορδές του ανέμου . Που παίζουν στον δικό τους ρυθμό , που ξεφεύγει από τους βαλτωμένους ρυθμούς του καθρέφτη , που θα τα ήθελε όλα  να είναι όμοια , ακίνητα , απαισιόδοξα . Πρόσεχε τα φτερά σου , λένε οι έρωτες στους ποιητές .

Κυριακή 5 Μαΐου 2013

…Μέσα στα μάτια της λύκαινας , δυει η κραυγή . Και αυτή σωπαίνει . Είναι η ώρα να βγεί κυνήγι . Αρχηγός είναι της νύχτας .Αρχηγός είναι του δειλινού . Όταν τα πουλιά σωπάσουν , το φως και το σκοτάδι συναντιώνται , στο καλπασμα της μέσα στους αστερισμούς . Μοναχική και αξιοπρεπής η σιωπη , την συντροφεύει. Πέρα από την άκρη της ανάσας φέγγει το λιβάδι του κυνηγιού . Παντα όταν κάτι φεύγει , κάτι άλλο ερχεται . Και στο σημείο του ανταμώματος της απουσίας και της άφιξης , βρίσκονται , πάντα μαζί , το φως και το σκοτάδι , ετοιμα να αγαπηθούν.Δεν είναι αναγκη να ξέρεις τα λόγια του τραγουδιού για να χορέψεις .Φτάνει να ξέρεις τον ήχο του ανταμώματος . Κραυγή τα βήματα , όσο σιωπηλά κι αν είναι . Δηλώνουν παρουσία , αναιρούν την απουσία . Ο ρυθμός είναι επιλογή . Η επιλογή οδηγε’ι τα βήματα .Κι αυτά οδηγούν την εκφραση . Μια ομιλία δίχως λόγια . Μ απου είναι κατανοητή απ ‘ όλες τις γλώσσες του κόσμου , ανθρώπινου και μη , ορατού και μη.Γλυκαίνει πάντα η μέρα στη δύση της . Γιατί τότε είναι η ώρα του ανταμώματος με την επιθυμία . Μια γραμμή που μπορεί να χωρίζει αλλα που μπορεί και να ενώνει . Μια γραμμή που μπορεί να μορφοποιεί αλλα που μπορεί και να διαγράφει . Το βλέμμα του ορίζοντα , μια γραμμή , στη κραυγή της λύκαινας

Τετάρτη 1 Μαΐου 2013

…Διαμέσου της αβύσσου βρισκεται η λύση , η απάντηση στην ερώτηση του ανταμώματος. Εκεί στην άκρη της σιωπής , στην αρχή. Όταν θα διαβείς το κατώφλι , περιμένουν οι αστερισμοί.Εκεί είναι μαζί για πάντα το φως και το σκοτάδι .Εκεί δεν κυριαρχεί κανένα από τα δυό. Εκεί βρίσκεται μόνο το αντάμωμα.Και η σιωπή καπνίζει το  σέρτικο τσιγάρο του αιώνιου ‘’είναι’’.Αυτού που έχει μορφή αλλα δεν εχει σύνορα. Όλα είναι ορατά φτάνει να εχεις μάτια να τα δείς. Η θάλασσα όλο μολά με τα όρη . Οι κορυφές δε σηματοδοτούν τέλος , μηδέ εκπλήρωση. Οι κορυφες είναι εκεί που αρχίζει το είναι . Την αρχή . Δεν ξεχωρίζει το άπειρο από ψηλά . Δεν ξεχωρίζει το απειρο από χαμηλά . Το άπειρο είναι το εντός. Αυτό που πάντα ήξερες κι όμωςχρειαζόνταν μακρινά ταξίδια για να μπορέσεις να το δεις. Να φτάσεις εκεί που ήσουν πρίν την αρχή και μετά το τέλος. Είναι μακρύς ο δρόμος για το ‘’εντός’’. Εχει περιπέτειες . Είναι μια διαρκής ασκηση της συνέπειας του ατίθασου βλέματος. Είναι μικρό το άπειρο . Είναι τόσο δά . Γιατί περικλείει το όλον , την συνολική ενέργεια , το βρέσιμο , το χάσιμο , το αντάμωμα.Πρέπει να γδυθει η απεραντοσύνη τα περιτά της λούσα , για να φανεί το βλέμμα. Καθαρό , γυμνό , σαν τον ορίζοντα μετά την βροχή , όταν δεν έχει μείνει κανένα δάκρυ πια , μήτε της αυγής , μήτε της νύχτας. Εκεί  ολοι είναι οδηγοί και δεν υπάρχει κανένας ακόλουθος. Πρέπει να χαθείς για να βρεθείς .Πρέπει να ξεχάσεις για να θυμηθείς αυτό που ήξερες πάντα.Κι όταν θα γύρει η μοναξιά στο προσκεφάλι της ψυχής σου, μην την δι΄ξεις . Κάλεσε το φώς να την συντροφεύει. Το σκοτάδι τότε μπορει να ζηλέψει και να σου σκεπάσει τα όνειρα . Τότε είναι η ώρα που πρέπει να προχωρήσεις . Πέρα από τα αφιλόξενα χάδια της Κίρκης και να στραφείς σε άλλες πολιτείες. Εκεί θα έχεις αφήσει πίσω τα τραγούδια που πεθύμησες , μαδε βρήκες.Γι ‘ αυτό ακολούθησε τις δικές σου μουσικές , που τις ξέρεις και που βρίσκονται στα δικά σου παραμύθια.Το ταιριαστό είναι αυτό που δεν σε πληγώνει , ετσι  , μόνο για να γελάσει. Τα αόρη είναι οι φίλοι σου. Η θάλασσα είναι φίλη σου. Αλλα εσυ είσαι αέρας , ανεμος , θύελα και φυσωντας πάντα πορεύεσαι σε άγνωστα μονοπάτια .Θρυματίζεις τα βράχια καιφτιάχνεις  κάστρα με το χώμα τους . Και μετά ρίχνεις τους τοίχους των  κάστρων για να διαβεί το φως που τρέχει πιο πολύ από σενα, πιο πολύ από τον άνεμο. Και ας γελούν τα αταίριαστα. Δεν εχει σημασία. Κάποτε θα φύγεις από ότι νόμιζες ότι ήξερες. Κάποτε θα κάνεις αυτό που πραγματικά ξέρεις . Ένα άγριο χελιδόνι προτιμά να πεθάνει διαβαίνοντας τα πέλαγα , μέσα σε καταιγίδες , παρά να το τυλίξει το χιόνι στην αδίσταχτη λευκάδα του. Τότε το σκοτάδι θα ξανασυναντηθεί με το φως και το παιχνίδισμα τους δεν θα χρειάζεται πιά φάρους. Οι φάροι θα έχουν πιά γκρεμιστεί γιατί ετσι θα πρέπει τότε.Τα ψεύτικα σύνεφα δεν αντέχουν τις πραγματικές θύελες που κρυβονται μέσα στο όνομα σου . Εσύ ! Που δεν ανήκεις πουθενά. Που είσαι αιώνιος ταξιδευτής των ονείρων.


…Εχει ανάγκη από ζέστη το σκοτάδι και από δροσιά το φως καθώς ταξιδεύουν μαζί , για μια στιγμή , μια εναλαγή . Πέρα από αυτό που είναι γνώριμο.Χορεύουν. Και ο χορός αυτός τι λες να ‘ ναι ; Ισως και μια εναλαγή είναι κι αυτός από το σημείο που ησουνα σε ένα άλλο σημείο , μακρύτερα , ακούγοντας το ρυθμό της καρδιάς του φάρου .
…Να λοιπόν που ο φάρος επανήλθε και ψιθυρίζει πάλι .
…Κρυφέ ταξιδευτή του ονείρου , μη κρύβεις τον λυγμό σου . Οσο και να σου φωνάζει η σιωπή μην την ακούς , μην πας κοντά της . Γιατί έχει τα μάτια της Κίρκης . Εκεί είναι θυμωμένο το σκοτάδι . Μην βρεθείς κοντά στο θυμό του . Φώναξε το φως να το χα’ι’δέψει
Στη βούργια βάζω του καημού , την εμορφιά σου ζήση , ότι με αίμα γράφτηκε δεν ημπορει να σβύσει.
Μάτωσε πάλι η αυγή και εβαψε με αίμα , ρόδο απου γεννήθηκε στου λογισμού το βλέμμα.
Χιλιάδες άνθη σου ‘ πεψα π’ ο Μάης είχε στείλει , να φέρνουν πάντα άνοιξη στου λογισμού το σπήλι.
Μάη απου γεννήθηκες , μιλάνε πάντα οι μοίρες και λέγουσι πως θα σβυστεί κρυφος καημός που πήρες.
Εις το πηγάδι της νυχτιάς νερό πολύ εγίνει , πηγή του η αθιβολιά που δάκρυα αφήνει.
Κι αν εφυτρώσουνε καημοί στου νού σου το μποστάνι , θα ορμηνεψω της αυγής , σαφή να τους ξεράνει.
Μη  ξεθωριάζεις Μάη μου , φύλα τα χρώματα σου , να μην τα βρίσκουν οι καημοί π ‘ ερχονται στον οντά σου .
Φτιάξε με ρόδα του Μαγιού , της μοίρας σου στεφάνι να το ‘ χει να στολίζεται στης ζήσης ο σεργιάνι.
Ανθός Μαγιού εφόρεσε κόκκινο πανωφόρι , για να του κρύβει τις πληγές που ‘ κανε ξεροβόρι .